Παρασκευή 19 Ιουλίου 2024

«Τοτέμ» της Λίλα Άβιλες | EDITORIAL

Ένας ευτυχισμένος θάνατος...
Πώς θρηνείς την απώλεια; Όταν είσαι παιδί; Όταν είσαι σύντροφος; Όταν αντικρίζεις καθημερινά τον αδελφό σου, τον γιο σου, τον φίλο σου να σβήνει; Να χάνεται; Να ετοιμάζεται για το ταξίδι που δεν έχει επιστροφή; Και πώς εσύ ο ίδιος προετοιμάζεσαι για αυτό το ταξίδι; Πώς αποχαιρετάς και πώς βιώνεις τους αποχαιρετισμούς των άλλων; 
Σε μια γιορτή αποχαιρετισμού μας καλεί η μεξικάνα σκηνοθέτιδα Λίλα Άβιλες. Μια γιορτή που την παρακολουθούμε μέσα από τα μάτια της μικρής Σολ που ξέρει ότι ο μπαμπάς της είναι βαριά άρρωστος. Δεν της το κρύβουν. Και ακριβώς γι' αυτό η Σολ βιώνει όλα τα συναισθήματα, της λύπης, της στενοχώριας, της ελπίδας, του φόβου, της μελαγχολίας του θανάτου. Τα ερωτήματά της δεν απαντώνται, γιατί κανείς δεν μπορεί να απαντήσει στο μυστήριο και παράλογο της ζωής. Και είναι αυτή η ειλικρίνεια των ανθρώπων του περιβάλλοντός της, που διαπνέει όλη την ταινία. Μία ειλικρίνεια που απελευθερώνει τη δύναμη και την ένταση των αντιφατικών συναισθημάτων που βιώνει όχι μόνο η Σολ, αλλά και όλα τα αγαπημένα πρόσωπα του μπαμπά της. Και είναι αυτή η ελευθερία ίσως ο μόνος τρόπος, όχι να σταματήσεις να θλίβεσαι, αλλά μέσα από τη θλίψη σου να απελευθερώνεσαι, ζωντανεύοντας κάθε στιγμή που έχεις ζήσει με τον άνθρωπο που ξέρεις ότι σε λίγο θα φύγει από κοντά σου και να απομυζείς κάθε λεπτό, κάθε στιγμή που βρίσκεσαι δίπλα του. 
Κλειστά κοντινά πλάνα που αντανακλούν το περιορισμένο της ανθρώπινης ύπαρξης, το αναπόδραστο του κάθε ανθρώπου από το αναπόφευκτο του θανάτου, αλλά και που αντανακλούν επίσης τη ζεστασιά της επαφής με το περιβάλλον, της μικρής απόστασης ανάμεσα στους ανθρώπους που αγγίζονται διαρκώς, που βιώνουν βουβά εσωτερικά το δράμα τους, χωρίς την έξαρση και την υπερβολή συναισθηματικών αποφορτίσεων, σαν να νιώθουν ότι κάθε υπερβολή, κάθε ηχηρή συναισθηματική τους έκρηξη, θα λειτουργήσει αρνητικά. Θα διαταράξει την ισορροπία σε ένα περιβάλλον όπου καταφέρνουν να εναρμονίζουν τη ζωή με τον θάνατο, το κωμικό με το τραγικό, την ταραχώδη συνύπαρξη τους σε ένα σπίτι που παραφορτώνεται από την ανθρώπινη παρουσία και τη ζωή που ξεχειλίζει σε αυτό- μέσα από τις φωνές, τις γκρίνιες, τις συγκρούσεις- με το σκοτάδι και τη μοναξιά του θανάτου που υπάρχει σε ένα άλλο κλειστό, σκοτεινό δωμάτιο, το δωμάτιο του άρρωστου πατέρα. Ένα περιβάλλον όπου χαρακτηρίζεται από την αντίστιξη όλων των αντιφάσεων της ανθρώπινης ύπαρξης, και που σε βοηθά να ευχηθείς, όχι τόσο αναμένοντας την πραγματοποίηση μιας ευχής ,που ξέρεις κατά βάθος ότι το θαύμα στο οποίο ελπίζεις δεν θα βρει την πραγμάτωσή του, αλλά να νιώσεις την ευχή σου,συνοδοιπόρο στη μετάβασή σου, από το σκοτάδι της απώλειας ενός κόσμου που χάνεται, του δικού σου κόσμου, προς το φως της ζωής που πάντα θα συνεχίζει να υπάρχει, αφήνοντας πίσω της όλα αυτά που θα ’θελες να ζήσεις με τους ανθρώπους που έφυγαν από αυτή. Να νιώσεις ότι αυτή η τελευταία σου ευχή, μπορεί να μην πραγματοποιεί το θαύμα, διατηρεί όμως ζωντανό ό,τι σου άφησε πίσω του το πέρασμα του ανθρώπου που αγάπησες πολύ. Και έτσι ο θάνατός του να είναι για εσένα,ίσως και για εκείνον, ένας «Ευτυχισμένος θάνατος» που θα έλεγε και ο Καμύ...
Η ταινία απέσπασε το Βραβείο Οικουμενικής Επιτροπής στο Φεστιβάλ Βερολίνου (2023) και το Βραβείο Καλύτερης Σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Πεκίνου. Για τη δε μικρή πρωταγωνίστρια, Ναΐμα Σεντίες, ο χαρακτηρισμός «εξαιρετική», νομίζω ότι δεν αρκεί για να περιγράψει ό,τι νιώθουμε παρακολουθώντας την και απολαμβάνοντάς της σε όλη τη διάρκεια της ταινίας.
--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Εκπαιδευτικός, μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) και  μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι κάτοχος του Μεταπτυχιακού Διπλώματος (Master of Arts/MA) της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου, στα πλαίσια του οποίου εκπόνησε τη διπλωματική της εργασία με τίτλο: «Κινηματογραφικά είδη και κινήματα,ως αντανακλάσεις του κοινωνικού τους πλαισίου. Μετεξέλιξη αυτών, φτάνοντας στον κοινωνικό κινηματογράφο του σήμερα». Έχει παρακολουθήσει με επιτυχία τα παρακάτω Προγράμματα του ΕΚΠΑ: «Κινηματογραφική Γραφή: Αφήγηση και Ύφος», «Πρακτικές Ασκήσεις Δημιουργικής Γραφής» και  «Κινηματογράφος: Ιστορία, Πρακτικές και Βασικές Αρχές Σκηνοθεσίας».
Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...

Δείτε ακόμη:

"Πλάνο 75" της Τσι Χαγιακάουα | EDITORIAL

Από την «Μπαλάντα του Ναραγιάμα» ως το «Πλάνο 75» ο κοινωνικός κινηματογράφος των Γιαπωνέζων και όχι μόνο, δεν παύει να μας υπενθυμίζει ότι το πλάνο της ζωής μας έχουμε τη δυνατότητα να το σχεδιάζουμε και να το προσδιορίζουμε εμείς...
«Τη γέννησή μας δεν την επιλέγουμε. Τον θάνατό μας όμως μπορούμε να τον επιλέξουμε». Αυτό είναι το διαφημιστικό μότο του προγράμματος «Πλάνο 75» ένα κρατικό πρόγραμμα που παρέχει στους άνω των 75 ετών πολίτες της Ιαπωνίας να κάνουν ευθανασία προκειμένου να απαλλάξουν το έθνος από την αύξηση των ηλικιωμένων που κοστίζουν στον κρατικό προϋπολογισμό και ζουν τελικά εις βάρος των νέων, εις βάρος της κοινωνίας. Γιατί το κράτος έχει στεγνά και ξεκάθαρα αποφασίσει ότι οι φτωχοί ηλικιωμένοι ανήκουν πλέον στο περιθώριο. Δεν αποτελούν κομμάτι του κοινωνικού ιστού, αφού παραγωγικά δεν μπορούν πλέον να συνεισφέρουν σε αυτό. Και το παραγωγικό κομμάτι έχει να κάνει με το κατά πόσο η εργασία τους μπορεί να συνεισφέρει στον οικονομικό προϋπολογισμό των ιδιωτικών εταιρειών πάνω στις οποίες στηρίζεται η οικονομία της χώρας. Όποιος αποφασίσει να συμμετάσχει στο πρόγραμμα κερδίζει και ένα ποσό (δωράκι του «καλού» κράτους) που μπορεί να το δαπανήσει όπως ο ίδιος επιθυμεί, όπως για παράδειγμα είτε σε κάποιο ξενοδοχείο απολαμβάνοντας τις τελευταίες διακοπές της ζωής του είτε στα έξοδα της κηδείας του, αν επιθυμεί η αποχώρησή του από τη ζωή να έχει την πολυτέλεια ή την άνεση που η ίδια η ζωή του στέρησε. Και μπορεί βέβαια το κρατικό πρόγραμμα «Πλάνο 75» που δίνει τη δυνατότητα στους άνω των 75 να «επιλέξουν» τον θάνατο και την ταφή τους να αποτελεί το μυθοπλαστικό στοιχείο της ταινίας, όμως η κατάσταση που περιγράφεται στην ταινία είναι άκρως ρεαλιστική οπότε και το μυθοπλαστικό της στοιχείο δεν στηρίζεται σε ένα σενάριο επιστημονικής φαντασίας, αλλά σε μία δυνάμει κατάσταση που στο μέλλον ίσως τη δούμε και να πραγματοποιείται. 
Η Ιαπωνία μπορεί να είναι από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου, όμως οι μισθοί των εργαζομένων έχουν παραμείνει στάσιμοι εδώ και 30 περίπου χρόνια. Και μπορεί βέβαια η Ιαπωνία να παράγει πάρα πολλά προϊόντα, από αυτοκίνητα μέχρι μηχανήματα υψηλής τεχνολογίας, ο πλούτος όμως εισρέει στις επιχειρήσεις, που όσο πιο κερδοφόρες γίνονται τόσο πιο πολύ εξαθλιώνονται οι εργαζόμενοι σε αυτές. Καμία βελτίωση στις ζωές των εργαζομένων δεν έχει παρατηρηθεί, η φτώχεια διευρύνεται συνεχώς για τα λαϊκά στρώματα και το βιοτικό επίπεδο χειροτερεύει καθημερινά. Ωράρια εργασίας εξαντλητικά, εργαζόμενοι που κοιμούνται στα παγκάκια είτε γιατί τα έξοδα μεταφοράς τους είναι δυσβάσταχτα είτε γιατί τα ωράρια εργασίας τους δεν τους επιτρέπουν την «πολυτέλεια» ξεκούρασης στο σπίτι τους, αποτελούν χαρακτηριστικά σημεία αναφοράς της κατάστασης που επικρατεί. Και βέβαια δεν βρίσκονται μόνο οι μισθοί στα κατώτερα επίπεδα αλλά και οι συντάξεις, γι αυτό και οι συνταξιούχοι και οι άνθρωποι ηλικίας 80 και 85 ετών, για να μπορέσουν να συμπληρώσουν το εισόδημά τους και να μπορούν να αγοράσουν φαγητό, αναγκάζονται να καθαρίζουν πάρκα, να κάνουν τους τροχονόμους ή τους φύλακες. Αυτό δεν είναι μυθοπλασία, είναι η πραγματικότητα που επικρατεί στην κοινωνία της χώρας,η οποία στην κατάταξη των πλουσιότερων χωρών του κόσμου, κατέχει την Τρίτη θέση. 
Η ηρωίδα της ταινίας μας, η 78χρονη Μίτσι είναι ένας μοναχικός άνθρωπος που ανήκει στην παραπάνω κατηγορία, των ανθρώπων δηλαδή που αναγκάζονται να δουλεύουν μέχρι το τέλος της ζωής τους για να τα φέρνουν βόλτα. Και όχι μόνο αναγκάζεται να εργάζεται μέχρι αυτή την ηλικία για να εξασφαλίσει τα προς το ζην, αλλά ταυτόχρονα έρχεται αντιμέτωπη και με τον ηλικιακό ρατσισμό των εργοδοτών στους οποίους καταφεύγει προς αναζήτηση εργασίας. Η Μίτσι δεν θέλει να μπει στο πρόγραμμα "Πλάνο 75". Οι συνθήκες όμως της ζωής της την αναγκάζουν. Βιώνει την απόλυτη μοναξιά, κανένα χέρι δεν απλώνεται για βοήθεια, εκλιπαρεί για λίγη ανθρώπινη επαφή, για λίγη επικοινωνία αποδεχόμενη να πληρώσει πολύ ακριβά το αντίτιμο. Ταυτόχρονα στην ταινία παρακολουθούμε τις ζωές των νέων εργαζόμενων που δουλεύουν στο πρόγραμμα, που αναγκάζονται για την ακρίβεια να δουλέψουν σε αυτό, και που έρχονται αντιμέτωποι με πολλά ηθικά διλήμματα όπως για παράδειγμα μέχρι που οι προσωπικές σου αντιστάσεις μπορεί να αμβλυνθούν, μέχρι πού μπορείς να αντιμετωπίζεις τον συνάνθρωπό σου ως αντικείμενο εκμετάλλευσης της εταιρείας που εργάζεσαι,ως αναλώσιμο προϊόν αυτής, και τελικά μέχρι πού μπορείς να διακρίνεις τον δικό σου εαυτό μέσα από το καθρέφτισμα του άλλου. 
Στην αριστουργηματική ταινία του Σοέι Ιμαμούρα « Η μπαλάντα του Ναραγιάμα» που είχε προβληθεί το μακρινό 1983, το κομφουκιανό έθιμο επέβαλλε στους ηλικιωμένους να πάνε στο όρος Ναραγιάμα και να μείνουν εκεί μέχρι να τους βρει ο θάνατος. Ο λόγος ήταν για να ελαφρυνθεί η οικογένεια οικονομικά αφού θα είχε λιγότερα στόματα να θρέψει. Και η ηρωίδα εκείνης της ταινίας, η Ορίν είχε πειθήνια δεχτεί το έθιμο θεωρώντας πρώτιστο καθήκον της να το τηρήσει, προσπαθώντας μάλιστα να κάμψει με κάθε τρόπο τους ηθικούς ενδοιασμούς του γιου της που δεν του πήγαινε η καρδιά να εγκαταλείψει τη μητέρα του στο βουνό. Ο Β. Ραφαηλίδης τότε είχε παρατηρήσει και επισημάνει κάτι πολύ σημαντικό σε εκείνη την ταινία: Το γεγονός ότι ο σκηνοθέτης της ταινίας, ο Ιμαμούρα, δεν είχε χρονολογήσει την ιστορία του. Δεν ξέραμε αν η ιστορία αυτή τοποθετούνταν στο μεσαίωνα ή σε ένα σύγχρονο ιαπωνικό χωριό όπου το «ιαπωνικό θαύμα» δεν είχε τελεστεί ακόμη. 
Στο «Πλάνο 75», το «ιαπωνικό θαύμα» έχει τελεστεί. Όμως οι αδύναμες ομάδες εξακολουθούν να μένουν στο περιθώριο και να αποτελούν βάρος για την κοινωνία. Το «ιαπωνικό θαύμα» δεν έχει επιφέρει καμία αλλαγή στον τρόπο που αντιμετωπίζονται οι οικονομικά ασθενέστερες ομάδες. Όμως αν η Ορίν στην «Μπαλάντα του Ναραγιάμα» αποδέχεται τυφλά το κομφουκιανό έθιμο αποδεχόμενη ότι άλλοι ορίζουν τις ζωή και τη μοίρα της, η Μίτσι στο «Πλάνο 75» λειτουργεί διαφορετικά. Μέχρι το τέλος της ταινίας παρακολουθούμε τη μοναχική της πορεία, τη βία που το σύστημα ασκεί πάνω της, τις προσπάθειες που καταβάλλει να διατηρήσει την ανθρώπινη αξιοπρέπειά της, σαν ένας άλλος Ντάνιελ Μπλέηκ, μπλεγμένη στα γρανάζια ενός κράτους μηδενικής πρόνοιας και αδιαφορίας συγκαλυμμένης από τα ψεύτικα χαμόγελα των υπαλλήλων-που απλά εκτελούν εντολές, προσπαθεί να διεκδικήσει τα ελάχιστα απ΄αυτά που δικαιωματικά της ανήκουν.
Παρά το «βάρος» της ταινίας «Πλάνο 75» βγαίνεις από το σινεμά με την αίσθηση ότι την ελευθερία σου, όσο και να σου τη στερούν, εσύ θα βρίσκεις πάντα τον τρόπο να την διεκδικείς και να την κερδίζεις. Θα είσαι εσύ που θα σχεδιάζεις το δικό σου πλάνο για να μπορείς μέσα από αυτό να νιώθεις έστω και λίγο ελεύθερος...
Η ταινία βραβεύτηκε στις Κάννες (μνεία Χρυσής Κάμερας) και στη Θεσσαλονίκη (Χάλκινος Αλέξανδρος).
--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Εκπαιδευτικός, μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) και  μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι κάτοχος του Μεταπτυχιακού Διπλώματος (Master of Arts/MA) της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου, στα πλαίσια του οποίου εκπόνησε τη διπλωματική της εργασία με τίτλο: «Κινηματογραφικά είδη και κινήματα,ως αντανακλάσεις του κοινωνικού τους πλαισίου. Μετεξέλιξη αυτών, φτάνοντας στον κοινωνικό κινηματογράφο του σήμερα». Έχει παρακολουθήσει με επιτυχία τα παρακάτω Προγράμματα του ΕΚΠΑ: «Κινηματογραφική Γραφή: Αφήγηση και Ύφος», «Πρακτικές Ασκήσεις Δημιουργικής Γραφής» και  «Κινηματογράφος: Ιστορία, Πρακτικές και Βασικές Αρχές Σκηνοθεσίας».
Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...

Δείτε ακόμη:

"Perfect Days" του Βιμ Βέντερς | EDITORIAL

Ένα φιλοσοφικό δοκίμιο πάνω στην ανθρώπινη μοναξιά.
Ο κ. Χιραγιάμα , μας γοητεύει. Και τα αίτια της γοητείας που ασκεί πάνω μας εντοπίζονται στον κινηματογράφο του Βέντερς. Γιατί χωρίς υπερβολή η νέα του ταινία αποτελεί ένα φιλοσοφικό δοκίμιο πάνω στη μοναξιά. Και γιατί η αφηγηματική δομή του έργου του διαρθρώνεται δημιουργώντας ένα συμπαγές πλέγμα από τις ανθρώπινες στιγμές του ήρωά του. Του κ. Χιραγιάμα. Σε μία αφήγηση που σέβεται απόλυτα αυτές τις στιγμές, καθώς και τη χρονική αλληλουχία της καθημερινότητάς του, όπου τις συναντάμε . Μιας καθημερινότητας όπου κυριαρχεί η ανυπαρξία της περιπέτειας. Αλλά μέσα από αυτή την έλλειψη του συναρπαστικού, οι λεπτομέρειες της ζωής του ήρωα αποκτούν τεράστια αξία, που το εύρος της το προσδίδει ο ίδιος σε αυτές. Και αυτή η αξία είναι που γεννά μέσα από την ανυπαρξία της περιπέτειας, μία περιπέτεια που μας συγκλονίζει. 
Ο κ. Χιραγιάμα ζει μια απλή μοναχική ζωή. Είναι καθαριστής των δημόσιων τουαλετών στο Τόκιο , και κάνει κάθε μέρα την ίδια διαδρομή, στις ίδιες τουαλέτες, τις οποίες καθαρίζει με έναν εξονυχιστικό τρόπο, όπως θα καθάριζε την τουαλέτα του σπιτιού του. Απολαμβάνει το μεσημεριανό του στο πάρκο και όταν τελειώνει τη δουλειά του, παίρνει το ποδήλατό του, άλλοτε περιδιαβαίνοντας απλά στους δρόμους της πρωτεύουσας, αλλά τις περισσότερες φορές πηγαίνοντας στα δημόσια λουτρά, τρώγοντας στην αγαπημένη του καντίνα και απολαμβάνοντας το ποτό στο αγαπημένο του μπαρ-εστιατόριο, η ιδιοκτήτρια του οποίου ασκεί μια ιδιαίτερη έλξη πάνω του. Το βράδυ, λίγο πριν κοιμηθεί, διαβάζει πάντα κάποιες σελίδες από τα αγαπημένα του βιβλία με τον Φόκνερ και την Πατρίσια Χάισμιθ, να προσελκύουν περισσότερο το ενδιαφέρον του. 
Πιστός του σύντροφος η φωτογραφική του μηχανή Olympus με την οποία αποθανατίζει διαρκώς το παρόν του παρόντος, με μία εμμονή στη λήψη φωτογραφιών, όπου επιχειρεί να συλλάβει το φαινόμενο που στα ιαπωνικά αποκαλείται «κομορέμπι» και που έχει να κάνει με τις στιγμές που το φως, καθώς τα φύλλα των δέντρων κινούνται, προσπαθεί να δραπετεύσει μέσα από αυτά. Είναι στιγμές που για να αποθανατιστούν απαιτούν ενδελεχή παρατήρηση , μία παρατήρηση όμως που προσφέρει αγαλλίαση στον ήρωά μας και αυτή την αίσθηση που προκύπτει από την άμεση σύνδεση του με τη φύση, όπου ο ίδιος νιώθει σαν να γίνεται ένα με τις ακτίνες του φωτός, σαν να τις συναισθάνεται, γιατί και εκείνος αναζητά τρόπους απόδρασης από τον στενό αστικό κλοιό της τεχνολογικά προηγμένης πρωτεύουσας που ζει. 
Το Tokyo Skytree ,«Ουράνιο Δέντρο του Τόκιο» που συναντά στις καθημερινές του διαδρομές –ο πύργος τηλεπικοινωνιών και αναψυχής στην πρωτεύουσα- ωχριά εμπρός στα πραγματικά δέντρα της παρατήρησής του. Καμία γοητεία δε ασκεί πάνω του ο φωτισμός του πανύψηλου «τεχνολογικού δέντρου» που λειτουργεί και ως τουριστική ατραξιόν. Στον δικό του κόσμο τα πάντα φωτίζονται από το φυσικό φως. Που όταν αφήνεται σε αυτό, εκείνο ξέρει να τον αγκαλιάζει, να τον χαϊδεύει, να τον γαληνεύει. Στον δικό του κόσμο, το πραγματικό δεν υποκαθίσταται από το ψεύτικο. Και στον δικό του κόσμο ό,τι τον συγκινεί προσδιορίζεται από τον ίδιο. Δεν αφήνεται στις παροχές των ψηφιακών μέσων να του υποδείξουν αυτό που θα ικανοποιήσει τις ανάγκες της στιγμής. Γιατί ο κ. Χιραγιάμα τις ζει τις στιγμές του στον δικό του βιωματικό χρόνο. Έναν χρόνο, όπου το παρελθόν γίνεται παρόν μέσα από τα όνειρά του, μέσα από τα μουσικά του ακούσματα -μουσικές που λατρέψαμε και λατρεύουμε- το παρόν παραμένει παρόν μέσα από την οξυμένη παρατηρητικότητά του και το μέλλον μετατρέπεται σε προσμονή μέσα από τη διεγερμένη φαντασία του που αντλεί από την ανάμνηση. 
Ο κ. Χιραγιάμα, ονειρεύεται, θυμάται, προσέχει και προσμένει...
Περιπλανάται με ανοιχτό και καθαρό μάτι και θεάται άπληστα τον κόσμο. Και αυτό τον κάνει αυτάρκη. Του χαρίζει την εσωτερική του γαλήνη, που ακόμη και όταν διαταράσσεται από την αλληλεπίδρασή του με το εξωτερικό περιβάλλον- όπως το αναπάντεχο φιλί της νεαρής που εκπλήσσεται η ίδια όταν διαπιστώνει ότι η φωνή της Πάττι Σμιθ μπορεί να την ταρακουνήσει και να της δημιουργήσει πρωτόγνωρα συναισθήματα, από τη συνάντησή του με την ανιψιά του, από τον ανομολόγητο έρωτά του προς τη γυναίκα που αγαπά, από τον φόβο του να ομολογήσει αυτόν τον έρωτα, τον φόβο του να υποστεί τις συνέπειες μιας ενδεχόμενης απόρριψης, από τον φόβο του για τα γηρατειά και τον θάνατο που πλανάται γύρω του- ωστόσο αυτή η εσωτερική αρμονία διαφυλάττεται, γνωρίζοντας ο ίδιος κάθε φορά ότι τίποτα δεν προεξοφλεί τη διάρκεια της. Γνωρίζοντας όμως, και ότι οι μικρές καθημερινές αναταράξεις της είναι αυτές που φωτίζουν τη μοναχική του ζωή, για να του αποκαλύψουν το συγκλονιστικό της. Που δεν έχει να κάνει ούτε με τη χαρά ούτε με τη λύπη, αλλά με την έκσταση αυτού του φωτός, με την έκσταση του καινούριου που θα έρθει , θα χαθεί, θα δώσει τη θέση του πάλι στο καινούριο μέσα σε έναν αέναο κύκλο που όταν θα κλείσει οριστικά, ο ήρωάς μας θα ξέρει ότι τον έζησε. 
Σε ένα εξαιρετικό και βαθύτατα συγκινητικό φινάλε, ούτε αισιόδοξο ούτε απαισιόδοξο ο φιλόσοφος Βέντερς μας δίνει τον ορισμό της ζωής. Της ουσίας της: Η ζωή είναι η ζωή. Είναι η προσωπική ιστορία του καθενός, όχι όπως αυτή αποτυπώνεται προς τα έξω, αλλά όπως βιώνεται εσωτερικά από τον ίδιο, με έναν τρόπο που νοηματοδοτεί τον ερχομό της επόμενης μέρας και την καθιστά μια νέα καινούρια μέρα στη ζωή του. 
Μεγάλος κινηματογραφιστής ο Βέντερς αφαιρεί την αυθάδεια της πολυλογίας και καθιστά τις εικόνες τόσο εύγλωττες στη σιωπή τους, καδράροντας σε αυτές το πρόσωπο του συγκλονιστικού κ. Χιραγιάμα (αν δεν έχετε ήδη αγαπήσει τον Κότζι Γιακούσο από προηγούμενες ταινίες του, σε αυτήν σίγουρα θα τον λατρέψετε) που δεν μας συγκινεί απλά, αλλά μας βάζει τόσο διακριτικά στον κόσμο του, που βγαίνοντας από την αίθουσα σκεφτόμαστε τα λόγια του: «Κάποιοι κόσμοι είναι αλληλένδετοι. Κάποιοι όχι». 
Τον ευχαριστούμε. Γιατί μέσα σε δύο ώρες το κατάφερε. Έφερε τους κόσμους μας,τον δικό του και τον δικό μας, πολύ κοντά. Τους νιώσαμε αλληλένδετους... Και αυτό είναι μεγάλο κινηματογραφικό επίτευγμα...
--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Εκπαιδευτικός, μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) και  μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι κάτοχος του Μεταπτυχιακού Διπλώματος (Master of Arts/MA) της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου, στα πλαίσια του οποίου εκπόνησε τη διπλωματική της εργασία με τίτλο: «Κινηματογραφικά είδη και κινήματα,ως αντανακλάσεις του κοινωνικού τους πλαισίου. Μετεξέλιξη αυτών, φτάνοντας στον κοινωνικό κινηματογράφο του σήμερα». Έχει παρακολουθήσει με επιτυχία τα παρακάτω Προγράμματα του ΕΚΠΑ: «Κινηματογραφική Γραφή: Αφήγηση και Ύφος», «Πρακτικές Ασκήσεις Δημιουργικής Γραφής» και  «Κινηματογράφος: Ιστορία, Πρακτικές και Βασικές Αρχές Σκηνοθεσίας».
Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...

Κινηματογραφική Λέσχη Πετρούπολης dimos petroupolis petroupoli.gov.gr pkdp.gr σινέ πετρούπολις Δήμος Πετρούπολης Θερινός Κινηματογράφος Πετρούπολης δημοτικός κινηματογράφος πετρούπολης Θερινό Σινεμά Πετρούπολης Πνευματικό Κέντρο Πετρούπολης πολιτιστικό κέντρο πετρούπολης πρόγραμμα 2017 editorial άρθρα Κινηματοθέατρο Πετρούπολις Ελεύθερη είσοδος παιδική ταινία πρόγραμμα 2018 όσκαρ πρόγραμμα 2019 ελληνική ταινία cinelesxi_petroupolis Petroupoli Πετρούπολη καλοκαίρι 2022 Ταινίες Ινστιτούτο Θερβάντες Σινεμά Πετρούπολη καλοκαίρι 2018 πρόγραμμα 2020 καλοκαίρι 2019 καλοκαίρι 2021 Ισπανική πρεσβεία καλοκαίρι 2020 καλοκαίρι 2023 κωμωδία Πρεσβεία Αργεντινής Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης γαλλική ταινία καλοκαίρι 2024 ισπανική ταινία πρεσβεία βενεζουέλας Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών ιταλική ταινία χειμώνας 2019-2020 Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο Φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους Δράμας ιρανική πρεσβεία Πρεσβεία Νορβηγίας ιρανική ταινία Απρίλιος 2019 Ιούνιος 2023 πρόγραμμα 2021 Ιανουάριος 2024 Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης Μάρτιος 2024 Πρεσβεία Ουρουγουάης πρεσβεία Ισημερινού