Η παράγραφος 175 ήταν νόμος του Γερμανικού Ποινικού Κώδικα από το 1871 έως το 1994! Σύμφωνα με αυτόν τον νόμο οι ομοφυλοφιλικές πράξεις μεταξύ ανδρών συνιστούσαν έγκλημα. Ο νόμος τροποποιήθηκε πολλές φορές με αποκορύφωμα τους Ναζί που διεύρυναν τον νόμο το 1935 και μετέτρεψαν τις ποινές από φυλάκιση σε καταναγκαστικά έργα και θάνατο.
Μεταξύ 1933 και 1945, αφού αποκηρύχτηκαν ως «αντικοινωνικά παράσιτα» και ως «εχθροί του κράτους», περισσότεροι από 100.000 άνδρες συνελήφθησαν. Οι περισσότεροι από τους 50.000 άνδρες που καταδικάστηκαν από τα δικαστήρια εξέτισαν την ποινή τους σε κανονικές φυλακές, ενώ 5.000 έως 15.000 φυλακίστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου πολλοί εξ αυτών δολοφονήθηκαν ή πέθαναν από την πείνα, τους ξυλοδαρμούς και την εξάντληση.
Οι έγκλειστοι ομοφυλόφιλοι είχαν ιδιαίτερα σκληρή μεταχείριση από το προσωπικό των στρατοπέδων. Η συμπεριφορά προς αυτούς με το ροζ τρίγωνο ήταν κτηνώδης, ενώ οι φύλακες ενθάρρυναν τέτοια συμπεριφορά προς τους "ροζ" και από άλλες κατηγορίες κρατουμένων. Τους κρατούσαν απομονωμένους γιατί θεωρούσαν ότι η ασθένεια της ομοφυλοφιλίας τους ήταν άκρως επικίνδυνη και μεταδοτική.Και βέβαια αμαύρωναν την Άρια φυλή. Έπρεπε λοιπόν ή να εξοντωθούν ή να αναμορφωθούν. Μέσα σε όλα τα βασανιστήριά τους, λοιπόν οι ομοφυλόφιλοι κρατούμενοι είχαν να αντιμετωπίσουν και το δυσβάσταχτο μαρτύριο της μοναξιάς τους και του βαθύτατου ρατσισμού.
Μετά το 1945 λοιπόν και σε αυτές τις συνθήκες, συναντάμε τον Χανς ο οποίος αφού έχει εκτίσει μέρος της ποινής του στο στρατόπεδο συγκέντρωσης όταν έρχεται η πολυπόθητη απελευθέρωση , εκείνος όπως και όλοι οι ομοφυλόφιλοι που είχαν καταφέρει να μείνουν ζωντανοί περνώντας μέσα από την κόλαση των στρατοπέδων, δεν γιορτάζουν την απελευθέρωσή τους όπως όλος ο κόσμος, αλλά εξακολουθούν να εκτίουν την ποινή τους μεταφερόμενοι από τα στρατόπεδα στις φυλακές! Και η αναζήτηση της ελευθερίας του ξεκινά ή μάλλον συνεχίζεται. Γιατί ο Χανς δεν υποκύπτει εύκολα ούτε στους κατάπτυστους νόμους ούτε στη βάναυση συμπεριφορά των σωφρονιστικών υπάλληλων αλλά και των κρατουμένων. Υπομένει σιωπηλά όλα τα βασανιστήρια που δέχεται από τους σωφρονιστικούς υπαλλήλους αλλά και από τους κρατούμενους , υπομένει τις ατελείωτες μέρες, νύχτες απομόνωσής του στα σκοτεινά κρύα κελιά, γυμνός με μόνη συντροφιά την ελάχιστης διάρκειας φλόγα ενός αναμμένου σπίρτου που είναι ικανή όμως μέσα από το λιγοστό φως της να τον κάνει να δει καθαρά το τι ακριβώς συμβαίνει στη ζωή του , με ποιο τρόπο προσπαθούν να τον τσακίσουν , να τον ισοπεδώσουν και κυρίως να δει αν μπορεί , αν αντέχει να ξεφύγει από αυτούς να αποδεσμευτεί, ζώντας ελεύθερος στον δικό του κόσμο που συμπεριλαμβάνει τις δικές του ανάγκες, τις δικές του προτεραιότητες, τους δικούς του ανθρώπους.
Και μέσα στην κόλαση των φυλακών που όχι μόνο του στερούν τα πάντα αλλά στοχεύουν και στην οριστική διάλυση της προσωπικότητάς του, ο Χανς ανακαλύπτει την πληρότητά του, καταφέρνοντας να υποκαταστήσει τις βασικές έννοιες που συνιστούν αυτή. Καταφέρνει να μετατρέψει σε υποκατάστατα την αξιοπρέπεια, την σωματική του ακεραιότητα που βρίσκεται σε έναν διαρκή κίνδυνο και κυρίως καταφέρνει να μετατρέψει σε υποκατάστατο την ανησυχία του για το τι θα συμβεί μετά. Στη θέση όλων αυτών υπάρχει η μοναδική έννοια και η σκέψη του να μην χάσει την ανθρώπινη επαφή.Μια επαφή που στον κόσμο των φυλακών υπάρχουν άλλοι κώδικες επικοινωνίας που μπορούν να την εξασφαλίσουν.
Είναι οι σιωπές , είναι τα βλέμματα, είναι οι πράξεις που εκδηλώνονται την κατάλληλη στιγμή. Να μην χάσει την επικοινωνία του με τους ανθρώπους. Να μην αποκτηνωθεί. «Πες μου έναν άνθρωπο που να τον νοιάζει αν παίρνω ναρκωτικά» τον ρωτάει σε μία σκηνή της ταινίας ο Βίκτωρ. «Εγώ» του απαντά ο Χανς. Και είναι αυτό το «εγώ» που είναι απαλλαγμένο από όλα τα εγωκεντρικά στοιχεία που θα το καθιστούσαν απρόσιτο και θα συνέβαλλαν και αυτά στην αποκτήνωσή του. Είναι αυτό το «εγώ» της ύπαρξης που νοηματοδοτεί και δίνει το πραγματικό περιεχόμενο στις λέξεις αξιοπρέπεια, ακεραιότητα, ανθρωπιά. Αυτά που αναγκάζεται σε πολλές στιγμές της ζωής του ο Χανς να υποκαταστήσει, όχι ακριβώς για να τοποθετήσει στη θέση τους άλλα, αλλά για να ανακαλύψει ο ίδιος το πραγματικό τους νόημα την πραγματική τους αξία που έγκειται στην ουσιαστική τους συμβολή στη διατήρηση της πληρότητάς του. Μία πληρότητα που εμπεριέχει όλα τα παραπάνω αλλά με το νόημα που ο ίδιος τους αποδίδει. Προβαίνοντας σε πράξεις που μπορεί να θεωρούνται αναξιοπρεπείς, υπομένοντας ταπεινώσεις που θα μπορούσαν να τον διαλύσουν, αλλά που τίποτα από αυτά δεν αφήνει να του συμβούν γιατί μένει πιστός στις αλήθειες της ύπαρξής του και προχωρεί προσδιορίζοντας τα πάντα γύρω του, σύμφωνα με αυτές.
Ο Χανς υπομένει τα πάντα γιατί η αναγκαιότητα του να υπάρξει ελεύθερος , να ερωτευτεί, να αγαπήσει , δεν σκοντάφτει στην αδυνατότητα που υποτίθεται ότι θα εξασφάλιζε ο εγκλεισμός του στις φυλακές . Δεν σκοντάφτει πάνω στη μανία των βασανιστών του να τον αναμορφώσουν να διώξουν από πάνω του την «αρρώστια» της ομοφυλοφιλίας. Καταφέρνει, και την αδυνατότητα τη μετατρέπει σε πηγή δύναμης από όπου αντλεί. Και όχι μόνο αντλεί αλλά αναθεωρεί, επαναπροσδιορίζει τις σχέσεις του, βελτιώνεται, ωριμάζει, γίνεται περισσότερο σκεφτικός, λιγότερο αυθόρμητος, ξέρει μέχρι πού μπορεί να προχωρήσει μία σχέση προκειμένου να τη διαφυλάξει και να την κάνει να είναι λειτουργική και αποτελεσματική. Να κρατάει μέσα της το βασικό της. Την ανθρωπιά της. Και μέσα σε όλη αυτή τη διαδρομή επιβίωσης αλλά και αυτοεπίγνωσης και αυτοπροσδιορισμού, πανταχού παρούσα η σχέση του Χανς με τον Βίκτορα, έναν ναρκομανή βαρυποινίτη ο οποίος αρχικά ούτε που θέλει να τον δει στα μάτια του, έχοντας εσωτερικεύσει και αυτός τον φόβο των άλλων και θεωρώντας τον μίασμα και άκρως επικίνδυνο , μία σχέση όμως που εξελίσσεται και αλλάζει εντελώς. Μία αλλαγή που την παρατηρούν οι άμεσα εμπλεκόμενοι, ο Χανς και ο Βίκτωρ και που εξαπατά αυτούς που θέλουν να τους βλέπουν πάντα ίδιους. «Ανώμαλο» τον έναν ,"σκουπίδι" , "τελειωμένο" τον άλλον, αλλά που καθόλου δεν τους επηρεάζει αυτό γιατί μέσα από την εξέλιξη της σχέσης τους έχουν μάθει και ξέρουν ο καθένας τι σημαίνει για τον άλλον αλλά και ποιος τελικά είναι ο καθένας τους.
Μία σχέση που περνάει από τα χίλια κύματα για να εξελιχθεί σε μία βαθιά ουσιαστική φιλία. Γιατί για να μπορέσει το άτομο να κερδίσει την ελευθερία του να μπορεί να εκδηλώνει τις ανάγκες του απαλλαγμένο από τον φόβο που έχει εγκαθιδρυθεί με πολλούς τρόπους μέσα του, ένα πολύ βασικό βήμα προς την απόκτηση αυτής, είναι να καταφέρει να βρει τους ανθρώπους εκείνους ή τον άνθρωπο εκείνο που θα τον εμπιστευθεί και θα του δώσει να καταλάβει το πόσο μοναδικός είναι ο ένας για τον άλλον. Όχι πόσο χρήσιμος, αλλά πόσο μοναδικός! Εκεί στη βαθιά αγάπη βρίσκεται και ο πυρήνας της πραγματικής απελευθέρωσης. Της μεγάλης απόδρασης!
Η αφήγηση του Σεμπάστιαν Μέιζε δεν είναι γραμμική. Ξεκινά από το 1968 , μας πηγαίνει στο 1945 από εκεί στο 1957 και καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας μας πηγαινοφέρνει ανάμεσα στις δεκαετίες ’50 και ’60 και ’70 αποδεσμεύοντας κατά κάποιο τρόπο την ταινία από τον χρόνο και δίνοντας έμφαση στη διαχρονικότητα ενός φαινομένου που έχει να κάνει με την αιώνια αναζήτηση της πραγματικής ελευθερίας του ατόμου, στο πέρασμα των χρόνων , των αιώνων σε κάθε εποχή σε κάθε ιστορική περίοδο. Αποσπώντας εξαιρετικές ερμηνείες από τους πρωταγωνιστές του , τον Φραντς Ρογκόφσκι- μια μεγάλη ανερχόμενη κινηματογραφική μορφή-και τον υπέροχο Γκέοργκ Φρίντριχ, με την εξαιρετική του κινηματογραφική του ματιά, ο Σεμπάστιαν Μέιζε μας καλεί να απολαύσουμε την επίσημη κινηματογραφική πρόταση της Αυστρίας για το Όσκαρ Διεθνούς Ταινίας.
Ταινία -
Ύμνος για την πραγματική ελευθερία του Ανθρώπου!
Δείτε το στο Cine "Πετρούπολις" >>
--------------------------------
Μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι εκπαιδευτικός. Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της…