Σε μία συνέντευξή του , ο σκηνοθέτης της ταινίας Τζώρτζης Γρηγοράκης είπε το εξής: «Ρώτησα κάποτε τον σκηνοθέτη Μάικλ Τσιμίνο, πώς σκηνοθετείς ένα δάσος και εκείνος μου απάντησε: Το δάσος δεν το σκηνοθετείς εσύ, απλά περιμένεις. Δίνεις χρόνο, και κάποια στιγμή το δάσος σού κάνει ένα δώρο».
Και πάνω ακριβώς σε αυτή την απάντηση δομείται σκηνοθετικά και δραματουργικά όλη η ταινία. Γιατί το δάσος δεν βρίσκεται σε δεύτερη μοίρα. Συμπρωταγωνιστεί με τους ήρωες, μετέχοντας στο προσωπικό τους δράμα μέσα στο οποίο έχει παίξει και τον δικό του ρόλο. Παρατηρεί, ανέχεται και περιμένει. Και άλλοτε δωρίζει, άλλοτε εκδικείται… Και φυσικά και οι ήρωές μας μετέχουν στο δράμα του δάσους. Ενός δάσους που καταστρέφεται. Και μέσα από αυτή την αλληλεπίδραση διαπιστώνεται ότι ο χρόνος και η υπομονή, η περίσκεψη και η επαφή με αυτό που μας περιβάλλει και που μας γαληνεύει είτε λέγεται φύση, είτε αναμνήσεις, είτε μοναχικός μας εαυτός…είναι τα μόνα μας γιατρικά.
Ο ήρωάς μας, ο Νικήτας, τα έχει καταλάβει όλα αυτά. Βιώνει από την ώρα που γεννιέται το πόσο σκληρές και πόσο αντίξοες είναι οι συνθήκες του να ζεις στη φύση και να εργάζεσαι σε αυτήν με όσο το δυνατό πιο απλά μέσα διαθέτεις για να την προστατεύεις ταυτόχρονα. Γνωρίζει όμως και αυτό που δεν γνωρίζουν οι περισσότεροι . Τα δώρα της που επίσης τα έχει γευτεί και που ξέρει από πρώτο χέρι ότι απαιτούν μεγάλη υπομονή, καθόλου βιάση, για να σου προσφερθούν και να τα απολαύσεις. Και τα ανεκτίμητα δώρα που έχει λάβει είναι που έχει μάθει να «βλέπει» με τα αυτιά του. Να αφουγκράζεται τον κάθε ήχο του δάσους. Να γνωρίζει τον επόμενο που ακολουθεί μετά από κάποιον συγκεκριμένο. Να παρατηρεί τις κινήσεις του σκίουρου και όλων των ζωντανών, να τις θαυμάζει και να τις επεξεργάζεται εν συνεχεία στη σκέψη του δημιουργώντας έτσι και μέσα του τον θαυμαστό κόσμο της τέλειας αρμονίας και ισορροπίας που υπάρχει εκεί και που δημιουργεί και την δική του ψυχική ισορροπία, τη δική του αρμονία. Αυτό τον κόσμο λοιπόν ο Νικήτας προσπαθεί με νύχια και με δόντια να διαφυλάξει, να προστατεύσει όταν απειλείται από την επιθετική επέκταση μιας βιομηχανικής μονάδας. Είναι μόνος του, και αυτό τον κάνει να νιώθει ότι το δάσος που κινδυνεύει τον χρειάζεται ακόμα περισσότερο και αυτό τον κάνει να το αγαπάει διπλά και τριπλά και να εμμένει όλο και πιο πολύ στην προάσπιση αυτού. Και η πλοκή ξεκινά όταν εμφανίζεται ο γιος του που έχει πολλά χρόνια να τον δει, με σκοπό να διεκδικήσει το μερίδιο του κτήματος που κληρονόμησε από τη μητέρα του.
Το «Digger» είναι ένα σύγχρονο γουέστερν, όπου οι δύο άνδρες, πατέρας (εξαιρετικός ο Βαγγέλης Μουρίκης στο ρόλο του Νικήτα) και γιος (επίσης καταπληκτικός ο Αργύρης Πανταζάρας στον ρόλο του γιου ενός ιδιαίτερα απαιτητικού και δύσκολου ρόλου), συγκρούονται μετωπικά, με τη φύση υπομονετικά να τους παρατηρεί και να επεμβαίνει, ενίοτε. Μία σύγκρουση δύο αντίθετων κόσμων που εκπροσωπεί καθένας από τους δύο ήρωές μας. Φαινομενικά όμως αντίθετων. Γιατί ανάμεσά τους υπάρχουν πολλά ανεξερεύνητα σημεία που αναζητούν τη δική τους προσέγγιση, τη δική τους ανασκαφή και ανάδυση, προκειμένου να ανασυσταθούν και να φέρουν αυτούς τους δύο ανθρώπους κοντά. Γιατί η απομάκρυνσή τους η έλλειψη της φυσικής παρουσίας του πατέρα δεν ήταν ικανή να τους απομακρύνει και συναισθηματικά. Πρέπει όμως να έρθουν στην επιφάνεια αυτά τα καταχωνιασμένα συναισθήματα που η χρόνια μη εκδήλωσή τους είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία παραπλανητικών εικόνων του ενός προς τον άλλον και κυρίως του γιου προς τον πατέρα. Και εδώ το δάσος δρα καταλυτικά στο χτίσιμο και στην εδραίωση αυτής της σχέσης.
Ο Νικήτας, αποδεικνύει στον γιο του ότι δεν είναι ο γραφικός τύπος που παραμένει στις ρίζες του εμμονικά, κυριαρχικά, κατακτητικά, εγωιστικά. Αποδεικνύει ότι είναι ένας σύγχρονος αγωνιστής που προσπαθεί να σώσει το δάσος αφού το δάσος είναι ένα με αυτόν. Άρα προσπαθεί να σώσει την ανθρώπινη υπόστασή του που δεν νοείται έξω από την φύση. Ο ίδιος δεν έχει αφήσει κανένα στοιχείο του τεχνολογικού πολιτισμού και της προόδου να τον αλλοτριώσει. Κατά συνέπεια τα μοναδικά του όπλα στον εμφύλιο που μαίνεται γύρω του ( το πιο επικίνδυνο θηρίο του δάσους είναι ο άνθρωπος, αναφέρει χαρακτηριστικά σε μία σκηνή) είναι η βαθιά του σχέση με αυτό. Το ίδιο το δάσος στην πραγματικότητα.
Το προσωπικό δράμα των δύο ηρώων προκαθορίζεται από το χρονικό παρόν, εκτυλίσσεται μέσα σε αυτό και με έναν υπέροχο σκηνοθετικό τρόπο ο Γρηγοράκης καταφέρνει να πετύχει τη σύζευξη του μικρού δράματος των ηρώων με το μεγάλο ιστορικό –πολιτικό –κοινωνικό που βιώνει η ανθρωπότητα σήμερα που έχει να κάνει με την καταστροφή του περιβάλλοντος. Άνθρωποι παγιδευμένοι , στην φάκα του καπιταλισμού, διατηρώντας τα προσχήματα μιας ψεύτικης ελπίδας παρελαύνουν στην ταινία εμφανιζόμενοι σαν να ζουν μια κανονικότητα ζωής που όμως όταν τα πλάνα ανοίγουν και αντικρίζουμε το φαγωμένο και ανελέητα σκαμμένο από τις μπουλντόζες των ορυχείων βουνό ,αντιλαμβανόμαστε ότι πρόκειται για μια νοσηρή κανονικότητα που απέχει παρασάγγας από την κανονικότητα του Νικήτα που στο απομονωμένο και μισοκατεστραμμένο από τις φθορές του χρόνου και τη δυσκολία της συντήρησής του από έναν και μόνο άνθρωπο, σπιτικό του, βιώνει εκείνη την κανονικότητα που χρειάζεται πραγματικά ο άνθρωπος . Αυτή της ζεστασιάς της φλόγας του ξύλου που καίγεται και του ζεσταίνει την ψυχή , το γνήσιο τσίπουρο που μαζί με τους στίχους του Βαμβακάρη «Τα ματόκλαδα σου λάμπουν βρε σαν τα λούλουδα του κάμπου…» ταξιδεύουν το μυαλό αγαλλιάζουν την ψυχή ενδυναμώνουν το «είναι» για να μπορεί να αντέξει…
Σε κάποια σκηνή της ταινίας ακούγεται το πολύ όμορφο τραγούδι του Άσιμου «Θα ’ρθω να σε βρω». Μέσα στους στίχους του μεγάλου αυτού τραγουδοποιού, «συναντούμε» και αυτούς που ταιριάζουν απόλυτα στην ιδιοσυγκρασία του Νικήτα, σε αυτό το «είναι» που προσπαθεί να διαφυλάξει και να περισώσει. Λένε λοιπόν οι στίχοι: «Μέσα απ’ τα σκοτάδια κι απ’ το φως /είμαι εγώ ο γιος του καθ’ ενός/ με τη λευτεριά μου έχω γίνει ένα/ και δεν είμαι πιόνι κανενός».
Αυτό συμβαίνει στον πρωταγωνιστή μας, αυτό συμβαίνει σε όλους τους ήρωες της καθημερινότητάς μας. Όποιoς γίνεται ένα με την ελευθερία του, ποτέ δεν γίνεται πιόνι κανενός…
Η ταινία Digger, γυρισμένη στα μαγευτικά και άγρια τοπία του όρους Χολομώντα στη Χαλκιδική, που σάρωσε τα βραβεία Ίρις , που απέσπασε πέντε βραβεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, είναι μια εξαιρετική ταινία που θα σας αποζημιώσει και με το παραπάνω η θέασή της…
--------------------------------
Δείτε ακόμη:
- "Η καθώσπρέπει κοινωνία καταστρέφει την ψυχή" - Poor Things | EDITORIAL
- Στα Άκρα | EDITORIAL
- Το Μπλε Καφτάνι της Μαριάμ Τουζανί | EDITORIAL
- "The Whale" του Ντάρεν Αρονόφσκι | EDITORIAL
- "Το μόνο πράγμα που είναι χειρότερο από ένα κακό παρελθόν είναι ένα απογοητευτικό μέλλον" - Ευλογία
- Πίσω από τις Θημωνιές | EDITORIAL
- "Close" του Λούκας Ντοντ | EDITORIAL
- Τα πνεύματα του Ινισέριν του Μάρτιν ΜακΝτόνα | EDITORIAL
- "Με αξιοπρέπεια" του Δημήτρη Κατσιμίρη
- "Τέρμα τα ψέματα" - The Batman | EDITORIAL
- Another Round | EDITORIAL
- Οι ταινίες μου: Requiem for a Dream | EDITORIAL
- Οι ταινίες μου: Bram Stoker’s Dracula | EDITORIAL
- "I used to think that my life was a tragedy, but now I realize, it’s a comedy" - Joker
- Η Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς του Γιάννη Οικονομίδη